cantarín - ορισμός. Τι είναι το cantarín
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι cantarín - ορισμός


cantarín      
adj. fam.
Aficionado con exceso a cantar. Se dice especialmente de los sonidos propios de la naturaleza: fuentes, arroyos, etc.
sust. masc. y fem. poco usado
Cantante, persona que canta por profesión.
cantarín      
cantarín, -a (inf.) adj. Se aplica a quien le gusta cantar. Se aplica a lo que produce un sonido armonioso, como las fuentes, ríos y cosas semejantes. *Cantar.
cantarín      
Sinónimos
adjetivo
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για cantarín
1. El acento era al tiempo llano y cantarín, con las vocales abiertas y las consonantes amortiguadas.
2. A sus 30 años, hasta el tono de voz, antes con una cierta ronquera de fumadora, ahora se le ha hecho más cursi y cantarín.
3. Pompones de animadoras, cámaras de fotos, padres resignados y hormonas desbocadas esperaban desde media tarde a los protagonistas de la saga del instituto cantarín, cuyos alumnos -por fin- llegan al último curso, pero siguen enamorándose y desenamorándose, canciones mediante, entre partidos de baloncesto y bailes de fin de curso.
Τι είναι cantarín - ορισμός